Sunday, July 8, 2007

Η ΦΥΣΗ ΩΣ ΟΛΟΝ



Ο Ελληνικός ορεινός χώρος ως και η φύση του ως «Όλον»
Κ. Τσίπηρας, Πολιτικός Μηχανικός – Χωροτάκτης, Γεωγράφος
Πρόεδρος του Ελληνικού τµήµατος του ''Mountain Wilderness''
Μέλος του διεπιστηµονικού δικτύου ''Mountain Forum''
Περίληψη
Όταν ο Η.D. Thoreau έγραφε ότι: «είµαστε τόσο πλουσιότεροι σαν άνθρωποι, όσο
περισσότερα πράγµατα µπορούµε να απαρνηθούµε», προφανώς δεν εννοούσε την φύση, γιατί
χωρίς την φύση που µας περιβάλλει, από την οποία προερχόµαστε και στην οποία κάποτε θα
καταλήξουµε, δεν υπάρχει ζωή. Ο φιλόσοφος Edward Abbey θεωρούσε ότι η µεγαλύτερη
χρησιµότητα του σύγχρονου ανθρώπου πάνω στη γη, είναι εκτός από το γεγονός ότι επάνω
του στεγάζονται εκατοµµύρια αποικίες βακτηριδίων και µικρο-οργανισµών, ότι µε τον
θάνατο του παρέχει τροφή σε δεκάδες είδη εντόµων και σκωλήκων....
- ∆υστυχώς όµως σαν είδος, όχι µόνον δεν φαινόµαστε διατεθειµένοι να απαρνηθούµε
κάποια πράγµατα, αλλά δείχνουµε και ικανοί για να ικανοποιήσουµε τις ολοένα και
αυξανόµενες ανάγκες µας π.χ. σε ενέργεια, σε δοµηµένο χώρο, σε τεχνητή αναψυχή, σε
χώρους απόθεσης απορριµµάτων κλπ. κλπ., να καταναλώσουµε και το τελευταίο
τετραγωνικό µέτρο άγριας φύσης και παρθένας γης.
- Αυτή η αδηφάγος επέκταση που µπορεί κανείς να την ποσοστικοποιήσει εξετάζοντας
απλά µερικές αεροφωτογραφίες ενός τόπου, που τραβήχθηκαν σε διαφορετικές χρονικές
στιγµές, τροφοδοτείται αέναα από την πληθυσµιακή έκρηξη του ανθρώπινου είδους και
την σπάταλη εξαργύρωση ενός σηµαντικού τµήµατος της αύξησης του Α.Ε.Π. των
λεγόµενων προηγµένων χωρών, σε δοµηµένο και εκµεταλλεύσιµο χώρο, που ειδικά για
τις ορεινές περιοχές ,τις τελευταίες δεκαετίες, έχει αποκτήσει τραγικές διαστάσεις.
- Όλες οι προηγµένες χώρες διαθέτουν παρ’ όλα αυτά, ειδικές πολιτικές βουνού, εκτός από
την Ελλάδα.
Μια ενιαία και ολοκληρωµένη (γεωγραφικά και πολιτισµικά), εθνική «πολιτική βουνού»,
που η Ελλάδα αργά η γρήγορα θα πρέπει να καθιερώσει για να είναι όχι µόνο διαχρονικά
συνεπής προς τους εναποµείναντες ορεινούς πληθυσµούς, αλλά και προς τους µελλοντικούς
πληθυσµούς, που θα θελήσουν να επανα-αποικίσουν τον ορεινό χώρο, εξ αιτίας της
συνεχιζόµενης υποβάθµισης της ποιότητας ζωής στις πόλεις ή λόγω των κλιµατικών αλλαγών
στον πλανήτη µας, που θα δηµιουργήσουν έναν νέου τύπου «περιβαλλοντικό πρόσφυγα», στα
αµέσως επόµενα χρόνια.
Θα πρέπει, δε να στηρίζεται σε ένα αρχικό σύνολο κατευθύνσεων, που να οδηγήσει:
α) στην χάραξη µιας ενιαίας στρατηγικής που θα αντιµετωπίσει τον ορεινό χώρο, ως όλον,
οδηγώντας ταυτόχρονα στην αποκέντρωση της διαχείρισης του, µέσα από την
δηµιουργία ενός δικτύου υπερ-τοπικών ορεινών κέντρων (π.χ. Μέτσοβο, Βελβεντό,
Ανώγεια κλπ.) που δεν θα λειτουργούν µόνον σαν εκφραστές των µικρο-τοπικών
εξουσιών, αλλά σαν διαχειριστές πολιτικών σε ευρύτερες γεωγραφικές ενότητες.
β) στον συντονισµό των σήµερα κατακερµατισµένων, αποσπασµατικών και χωρίς ενιαία
χωροταξική λογική, υπηρεσιών και φορέων, που διαχειρίζονται προγράµµατα, εθνικά και
κοινοτικά και χρηµατοδοτικές δράσεις, µέσα από την θεσµοθέτηση ενός επείγοντος
«Εθνικού Προγράµµατος ∆ράσης για τις Ορεινές Περιοχές».
γ) στην λογική ύπαρξης ενός ελάχιστου ποσοστού του εθνικού µας εδάφους (π.χ. 10%),
όπου θα ενταχθούν περιοχές απόλυτης προστασίας της φύσης, µε κριτήρια βιοκεντρικά
και όχι κατ’ ανάγκην ανθρωποκεντρικά και
δ) στην καθιέρωση ενός διεπιστηµονικού εθνικού φορέα, κατά τα πρότυπα π.χ. των
ευρωπαϊκών Euromontana, που θα επιφορτισθεί µε την σύνθεση των τοµεακών
2
πολιτικών για τον ορεινό χώρο, τον έλεγχο και την αξιολόγηση τους και πάνω απ’ όλα
την επιβολή της συνυπευθυνότητας των τοπικών κοινωνιών, για το µέλλον της ορεινής
Ελλάδας.
Εισαγωγή
Η Ελλάδα, όσο κι αν αυτό φανεί απίστευτο σε πολλούς, είναι ουσιαστικά η πιο ορεινή χώρα
της Μεσογείου και των Βαλκανίων, καθ’ όσον το 42,3% του εδάφους της αποτελείται από
ορεινές περιοχές, (σύµφωνα µε την οδηγία 268/75 της Ε.Ε.) οι οποίες µάλιστα δεν
διακρίνονται για την συνεκτικότητά τους, αλλά για την έντονη χωρική διάσπασή τους και την
ανοµοιοµορφία των τοπίων που δηµιουργούν.
Στην Αυστρία π.χ. όλα είναι Άλπεις.
Στην Ιταλία όλα Απέννινα και Άλπεις.
Στην Ελλάδα, µπορούµε, εύκολα να διακρίνουµε 10 είδη τοπίων.
Ο µεγαλύτερος κίνδυνος για τον ελληνικό ορεινό χώρο, δεν είναι µόνο η τραγική µείωση
του πληθυσµού του, που έχει οδηγήσει στην δηµιουργία ενός εξαιρετικά εύθραυστου
κοινωνικο-οικονοµικού ιστού, αλλά πρώτα και κύρια, η άµεση και έµµεση κατασπατάληση
των φυσικών του πόρων και του τοπίου του µέσα από κοντόφθαλµες και αποσπασµατικές
πολιτικές, που ανταποκρίνονται, συν τοις άλλοις, στην λογική της χωρίς όρια ανάπτυξης.
1. Χώρος, όµως για ποιους;
Όταν ο Η.D. Thoreau έγραφε ότι: «είµαστε τόσο πλουσιότεροι σαν άνθρωποι, όσο
περισσότερα πράγµατα µπορούµε να απαρνηθούµε», προφανώς δεν εννοούσε την φύση, γιατί
χωρίς την φύση που µας περιβάλλει, από την οποία προερχόµαστε και στην οποία κάποτε θα
καταλήξουµε, δεν υπάρχει ζωή. Ο φιλόσοφος Edward Abbey θεωρούσε ότι η µεγαλύτερη
χρησιµότητα του σύγχρονου ανθρώπου πάνω στη γη, είναι εκτός από το γεγονός ότι επάνω
του στεγάζονται εκατοµµύρια αποικίες βακτηριδίων και µικρο-οργανισµών, ότι µε τον
θάνατο του παρέχει τροφή σε δεκάδες είδη εντόµων και σκωλήκων....
- ∆υστυχώς όµως σαν είδος, όχι µόνον δεν φαινόµαστε διατεθειµένοι να απαρνηθούµε
κάποια πράγµατα, αλλά δείχνουµε και ικανοί για να ικανοποιήσουµε τις ολοένα και
αυξανόµενες ανάγκες µας π.χ. σε ενέργεια, σε δοµηµένο χώρο, σε τεχνητή αναψυχή, σε
χώρους απόθεσης απορριµµάτων κλπ. κλπ., να καταναλώσουµε και το τελευταίο
τετραγωνικό µέτρο άγριας φύσης και παρθένας γης.
- Αυτή η αδηφάγος επέκταση που µπορεί κανείς να την ποσοστικοποιήσει εξετάζοντας
απλά µερικές αεροφωτογραφίες ενός τόπου, που τραβήχθηκαν σε διαφορετικές χρονικές
στιγµές, τροφοδοτείται αέναα από την πληθυσµιακή έκρηξη του ανθρώπινου είδους και
την σπάταλη εξαργύρωση ενός σηµαντικού τµήµατος της αύξησης του ΑΕΠ των
λεγόµενων προηγµένων χωρών, σε δοµηµένο και εκµεταλλεύσιµο χώρο (σε έναν
αµερικανό πολίτη π.χ. αντιστοιχούν 100 µ2, περίπου, ιδιωτικού και 200 µ2, δηµόσιου
χώρου, όταν σε έναν κινέζο, τα αντίστοιχα ποσοστά είναι µόλις 10µ2 και 20 µ2,
αντίστοιχα, σύµφωνα µε στοιχεία του World Watch Institute).
H επικράτηση του ανθρώπου επί της φύσης επισηµαίνεται σήµερα και µε έναν ξεχωριστό
τρόπο στους δορυφορικούς χάρτες, που αποκαλύπτουν πως το µισό του πλανήτη µας, φέρει
επάνω του το «οικολογικό ίχνος» της ανθρωπότητας, δηλαδή την παρέµβαση της στον
πεπερασµένο γήινο οικοσύστηµά µας.
Παρέµβαση που δεν εκφράζεται µόνο µε το αξίωµα «κέρδος- περισσότερο κέρδος»,
αλλά και «χώρος – περισσότερος χώρος»
3
2. Χώρος «καθ’ ύψος» και «κατ΄ επέκταση»
Οι ανθρώπινες αυτές δραστηριότητες στον χώρο, ορίζονται και επεκτείνονται κυρίως «καθ’
ύψος» και «κατ’ επέκταση». Η κατ’ επέκταση ανθρώπινη δραστηριότητα είναι και η πιο
εύκολη, για πολλούς και διάφορους λόγους.
Η καθ’ ύψος, η πιο δύσκολη.
Γι’ αυτό και οι ορεινές περιοχές του πλανήτη µας, αλλά και της χώρας, είναι κι εκείνες
που συγκριτικά µε τις πεδινές, κατάφεραν στις απαρχές του νέου αιώνα µας, να διατηρήσουν
σχετικά ανέπαφα τα φυσικά τους διαθέσιµα, την βιοποικιλότητα, αλλά και το πολιτισµικό
απόθεµα των ορεινών τους πληθυσµών.
Για πόσο καιρό ακόµη;
Κανείς δεν ξέρει....
- Το ότι ο ορεινός πληθυσµός της χώρας µας τελεί υπό κατάρρευση, το γνωρίζουµε (Το
1950 αντιπροσώπευε το 14,50% του συνολικού πληθυσµού της χώρας και το 1990 µόλις
το 9,16%, αν και τα επίσηµα στοιχεία είναι εντελώς πλασµατικά, εάν συνυπολογίσει
κανείς και το ελληνικότατο φαινόµενο της ετερο-δηµότευσης).
Ενδεικτικά στην Ήπειρο, στην οποία ο ορεινός πληθυσµός αντιπροσωπεύει το 12,1%, η
µείωση ήταν µεγαλύτερη του 40% και σε ορισµένα τµήµατα της Πελοποννήσου στην
οποία ο ορεινός πληθυσµός αντιπροσωπεύει το 12,5%, η µείωση ήταν άνω του 30%).
- Το ότι την περίοδο 1980-1997, σηµειώθηκε µια εντυπωσιακή µετακίνηση πληθυσµών
από τα ορεινά πολλών νοµών στα παραλιακά τους τµήµατα, δηλαδή εκεί ακριβώς που
εισέρευσε το χρήµα από τα Α’ και Β’ κοινοτικά πλαίσια στήριξης, επίσης το γνωρίζουµε.
- Το ότι, ακόµη, την τελευταία µόλις δεκαετία, ο ορεινός όγκος, αφέθηκε στην µοίρα του,
η κοινωνική και οικονοµική αποδιοργάνωση των χωριών έφερε υποβάθµιση και
καταστροφή της φύσης, υπερβόσκηση (δεν υπήρχε πια τοπικός έλεγχος), απώλεια
εδάφους (δεν συντηρούνταν καν οι πεζούλες), πληµµύρες, πυρκαγιές, µνηµεία της
αρχιτεκτονικής µας κληρονοµιάς (σπίτια, γεφύρια κλπ.) που κατέρρευσαν, έθιµα που
χάθηκαν, ανθρώπινες και κοινωνικές σχέσεις που καταστράφηκαν, κλπ. κλπ. µόλις τώρα
το διαπιστώνουµε.
Παρ’ όλα αυτά, όµως, ο ορεινός χώρος, ανθίσταται ακόµη. Για πόσο καιρό; Κανείς δεν
ξέρει.
∆ιότι, ειδικά στην Ελλάδα ο ορεινός χώρος, πέρασε δυστυχώς, σταδιακά, από την φάση
της µη-ύπαρξης του σε κάθε αναπτυξιακό πρόγραµµα των δεκαετιών του ’70 και του ’80,
στην φάση της αποσπασµατικής ανάπτυξης, από τα µέσα της δεκαετίας του ’90.
Και έτσι, ακόµη και τα ελάχιστα ψήγµατα ήπιων προγραµµάτων και επεµβάσεων για την
συγκράτηση του πληθυσµού και την επιβίωση της άγριας φύσης του, εκτελούνται
µεµονωµένα και αποσπασµατικά δίχως διάθεση κεντρικού ή και περιφερειακού σχεδιασµού
και χωρίς προοπτική διεπιστηµονικής προσέγγισης.
Για παράδειγµα υπάρχουν προγράµµατα που εκτελεί η Νοµαρχία Τρικάλων, που ανήκει
στην περιφέρεια Θεσσαλίας και σταµατούν στην κορυφογραµµή της νότιας Πίνδου,
αφορώντας τον ανατολικό υδροκρίτη της, ενώ στον δυτικό, που ανήκει στην περιφέρεια της
Ηπείρου, λες και αποτελεί µέρος ενός άλλου βουνού, δεν υπάρχει κανένα πρόγραµµα.
Ή ήπιες επεµβάσεις που γίνονται στον ανατολικό Ταΰγετο, που ανήκει στον νοµό
Λακωνίας και υπακούουν σε άλλη λογική από τις σκληρές λογικές ανάπτυξης που
εφαρµόζονται στον δυτικό Ταΰγετο, που ανήκει στον νοµό Μεσσηνίας παρ’ ότι και οι 2 νοµοί
ανήκουν στην ίδια περιφέρεια!
Ή, ακόµα χειρότερα, ένας δήµαρχος της περιφέρειας του Ολύµπου που νοµίζει ότι δεν
τον αφορά η προστασία της φύσης της Κρήτης και τέλος πολύ χειρότερα, ένας πολίτης της
Πελοποννήσου δεν ενδιαφέρεται για την προστασία της αρκούδας, γιατί απλούστατα δεν
υπάρχουν αρκούδες στον Μοριά. Γι’ αυτό προκύπτει η άµεση και εθνικής σηµασίας
αναγκαιότητα για την χάραξη µιας στρατηγικής ειδικά για τον ορεινό χώρο.
4
Γι’ αυτό και προκύπτει η αναγκαιότητα αντιµετώπισης του ελληνικού χώρου ως όλον,
µέσα από την δηµιουργία ενός διεπιστηµονικού δικτύου παρατήρησης και παρακολούθησης
του.
3. Χαράσσοντας µια «πολιτική βουνού»
Είµαστε δυστυχώς η µοναδική ορεινή χώρα της Ευρώπης, που δεν διαθέτει πολιτική βουνού.
Μια ενιαία και ολοκληρωµένη (γεωγραφικά και πολιτισµικά), εθνική «πολιτική βουνού» θα
πρέπει λοιπόν να είναι όχι µόνο διαχρονικά συνεπής προς τους εναποµείναντες ορεινούς
πληθυσµούς, αλλά και προς τους µελλοντικούς πληθυσµούς, που θα θελήσουν να επανα-
αποικίσουν τον ορεινό χώρο, εξ αιτίας της συνεχιζόµενης υποβάθµισης της ποιότητας ζωής
στις πόλεις ή λόγω των κλιµατικών αλλαγών στον πλανήτη µας, που θα δηµιουργήσουν έναν
νέου τύπου «περιβαλλοντικό πρόσφυγα», στα αµέσως επόµενα χρόνια.
Θα πρέπει, δε να στηρίζεται σε ένα αρχικό σύνολο κατευθύνσεων, που να οδηγήσει:
1. στην χάραξη µιας ενιαίας στρατηγικής που θα αντιµετωπίσει τον ορεινό χώρο, ως όλον,
οδηγώντας ταυτόχρονα στην αποκέντρωση της διαχείρισής του, µέσα από την
δηµιουργία ενός δικτύου υπερ-τοπικών ορεινών κέντρων (π.χ. Μέτσοβο, Βελβεντό,
Ανώγεια κλπ.) που δεν θα λειτουργούν µόνον σαν εκφραστές των µικρο-τοπικών
εξουσιών, αλλά σαν διαχειριστές πολιτικών σε ευρύτερες γεωγραφικές ενότητες,
2. στον συντονισµό των σήµερα κατακερµατισµένων, αποσπασµατικών και χωρίς ενιαία
χωροταξική λογική, υπηρεσιών και φορέων, που διαχειρίζονται προγράµµατα, εθνικά και
κοινοτικά και χρηµατοδοτικές δράσεις, µέσα από την θεσµοθέτηση ενός επείγοντος
«Εθνικού Προγράµµατος ∆ράσης για τις Ορεινές Περιοχές»,
3. στην λογική ύπαρξης ενός ελάχιστου ποσοστού του εθνικού µας εδάφους (π.χ. 10%),
όπου θα ενταχθούν περιοχές απόλυτης προστασίας της φύσης, µε κριτήρια βιοκεντρικά
και όχι κατ’ ανάγκην ανθρωποκεντρικά και
4. στην καθιέρωση ενός διεπιστηµονικού εθνικού φορέα, κατά τα πρότυπα π.χ. των
ευρωπαϊκών Euromontana, που θα επιφορτισθεί µε την σύνθεση των τοµεακών
πολιτικών για τον ορεινό χώρο, τον έλεγχο και την αξιολόγηση τους και πάνω απ’ όλα
την επιβολή της συνυπευθυνότητας των τοπικών κοινωνιών, για το µέλλον της ορεινής
Ελλάδας.
4. Η ελληνική ορεινή φύση ως «µέρος»
Η Ελλάδα, όσο κι αν αυτό φανεί απίστευτο σε πολλούς, είναι ουσιαστικά η πιο ορεινή χώρα
της Μεσογείου και των Βαλκανίων, καθ’ όσον το 42,3% του εδάφους της αποτελείται από
ορεινές περιοχές (σύµφωνα µε την οδηγία 268/75 της Ε.Ε.), οι οποίες µάλιστα δεν
διακρίνονται για την συνεκτικότητά τους, αλλά για την έντονη χωρική διάσπασή τους και την
ανοµοιοµορφία των τοπίων που δηµιουργούν.
Στην Αυστρία π.χ. όλα είναι Άλπεις.
Στην Ιταλία όλα Απέννινα και Άλπεις.
Στην Ελλάδα, µπορούµε, εύκολα να διακρίνουµε 10 είδη τοπίων.
Ο µεγαλύτερος κίνδυνος για τον ελληνικό ορεινό χώρο, δεν είναι µόνο η τραγική µείωση
του πληθυσµού του, που έχει οδηγήσει στην δηµιουργία ενός εξαιρετικά εύθραυστου
κοινωνικο-οικονοµικού ιστού, αλλά πρώτα και κύρια, η άµεση και έµµεση κατασπατάληση
των φυσικών του πόρων και του τοπίου του µέσα από κοντόφθαλµες και αποσπασµατικές
πολιτικές, που ανταποκρίνονται, συν τοις άλλοις, στην λογική της χωρίς όρια ανάπτυξης.
Η συνειδητοποίηση από ολοένα και περισσότερους ανθρώπους της αλλοίωσης και της
καταστροφής του φυσικού περιβάλλοντος, οδήγησε την ανθρωπότητα, πριν από έναν
αιώνα στον θεσµό των προστατευόµενων περιοχών, µε στόχο την προστασία της σπάνιας
χλωρίδας και πανίδας και των φυσικών οικοσυστηµάτων, προς όφελος της παρούσας και
των επόµενων γενεών.
5
Στην Ελλάδα, µε την γνωστή καθυστέρηση, εξ αιτίας των αναχρονιστικών δοµών της
κοινωνίας µας, ο πρώτος νόµος που αναγνώρισε την ανάγκη ίδρυσης προστατευόµενων
περιοχών ήταν ο Α.Ν. 856/1937, µε βάση τον οποίο και ιδρύθηκαν µέχρι το 1966, 7
Εθνικοί ∆ρυµοί.
Το θεσµικό βέβαια πλαίσιο προστασίας µιας βιο-περιοχής, αποτελούσε πιστό αντίγραφο
των αµερικανικών προτύπων που δηµιουργήθηκαν, στα τέλη του περασµένου αιώνα
µετά από προτάσεις και σκέψεις διανοητών και φυσιολατρών όπως ο Emerson, o Muir
και o Henry David Thoreau και δεν κατάφερε ούτε καν να ενσωµατώσει την παράλληλη
ευρωπαϊκή εµπειρία δεκαετιών, στο θέµα αυτό.
Όλα αυτά βέβαια στην θεωρία, γιατί στην πράξη, την στιγµή που κανένα πρακτικό µέτρο
δεν πάρθηκε για την φύλαξη π.χ. των ∆ρυµών ή για την σύνδεση της προστασίας της
φύσης και του οικο-τουρισµού µε τις τοπικές κοινωνίες, ακόµα και µε το Ν.∆. 996/1971
και άλλες συµπληρωµατικές διατάξεις, οι Ε.∆. στην Ελλάδα παρέµειναν και παραµένουν
στα χαρτιά.
Το ίδιο συνέβη και µε τον νόµο-πλαίσιο που ψηφίσθηκε στα 1986 «για την προστασία
του περιβάλλοντος» (Ν.1650/86) που περιέχει ειδικό κεφάλαιο «για την προστασία της
φύσης και του τοπίου», ο οποίος στην πράξη δεν έχει εφαρµοσθεί ποτέ, καθώς προβλέπει
(µε τα άρθρα 31, παρ.10 και 32, παρ.2), ότι οι προστατευόµενες περιοχές που έχουν
κηρυχθεί µε το Ν.∆. 996/71, µπορούν να ενταχθούν στις κατηγορίες του νέου νόµου
µόνο µε την έκδοση Ειδικού προεδρικού διατάγµατος, κάτι που δεν έχει γίνει µέχρι τώρα.
Το εκπληκτικό δε είναι όχι τόσο, ότι ο τελευταίος Ε.∆. που δηµιουργήθηκε στην Ελλάδα
(Πρέσπες), δηµιουργήθηκε από την χούντα των συνταγµαταρχών στα 1974 (!) και έκτοτε
τίποτα...., αλλά το γεγονός ότι παρά τις δεκάδες διεθνείς συµβάσεις και συµφωνίες που
έχει υπογράψει η χώρας µας: σύµβαση Ramsar (1971), συµβάσεις Βόννης και Βέρνης
(1983), οδηγίες ΕΟΚ 79/409 και 92/43, «Άνθρωπος & Βιόσφαιρα» της UNESCO,
συµφωνία CITES, «σύµβαση για την βιοποικιλότητα» που προωθήθηκε στην Παγκόσµια
∆ιάσκεψη του 1992, στο Ρίο της Βραζιλίας, αλλά και άλλες που απορρέουν από την
πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης, µέχρι σήµερα, τίποτα το πρακτικό δεν έχει γίνει για
την προστασία της Φύσης και η Ελλάδα εξακολουθεί να γίνεται περίγελος στα διεθνή
FORA, αφού κάποιοι γραφειοκράτες ανώτεροι υπάλληλοι του Υπουργείου Γεωργίας,
εξακολουθούν να ξεγελούν τους πολιτικούς τους προϊσταµένους, παρέχοντας τους µια
πλαστή εικόνα για την προστατευόµενη φύση της πατρίδας µας, π.χ. ενώ είναι γνωστό
ότι το ποσοστό των προστατευόµενων περιοχών στην Ελλάδα ανέρχεται σε 0,53%,
κάποιοι υπάλληλοι αθροίζοντας την έκταση του Αγίου Όρους (που µπορεί να είναι
µοναστική πολιτεία, αλλά κάθε άλλο παρά προστατευόµενη περιοχή είναι για τους
γνωρίζοντες), αθροίζοντας και κάποια άλλα ανεκδιήγητα, ανεβάζουν το ποσοστό αυτό,
άλλοι στο 2 και άλλοι στο 3%, ανάλογα µε το πώς τους συµφέρει.
Μια είναι όµως η πραγµατικότητα στην Ελλάδα και αυτήν δεν µπορούν να την
αποκρύψουν: η Ελλάδα έχει το µικρότερο ποσοστό προστατευόµενης έκτασης στο
σύνολο της έκτασής της, από όλες τις χώρες της Ε.Ε. του ανεπτυγµένου κόσµου, ακόµα
και των Βαλκανίων, και ολόκληρες γεωγραφικές ενότητες όπως η Ανατ. Μακεδονία,
η Θράκη, η Θεσσαλία και η Πελοπόννησος δεν διαθέτουν ούτε έναν Ε.∆.
ΧΩΡΑ
Ολλανδία
Βουλγαρία
Ελβετία
Ιταλία
Αυστρία
ΕΚΤΑΣΗ ΣΕ ΕΚΤΑΡΙΑ
ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΩΝ
ΠΕΡΙΟΧΩΝ
183.774
261.417
774.206
1.997.995
2.090.796
% ΤΗΣ
ΕΚΤΑΣΗΣ
ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ
5,41
2,35
22
6,63
24,93
ΑΡΙΘΜΟΣ ΕΘΝ.
∆ΡΥΜΩΝ
10
9
10
17
3

No comments: